11 Σεπτεμβρίου 1964 - Η τραγωδία που συγκλόνισε τη Λούτσα



Μια συγκλονιστική τραγωδία με θύματα έναν 78χρονο ιερέα με την 88χρονη σύζυγό του, ένα 11χρονο κοριτσάκι με τη 49χρονη μητέρα του και δυο ακόμα γυναίκες, 65 και 69 ετών, σημειώθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1964, στη Λούτσα.
Ήταν άτομα που έφτασαν στην περιοχή από τη Νέα Ερυθραία και ήθελαν να πάνε στη νησίδα όπου βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου για να κάνουν λειτουργία. Οκτώ άτομα μπήκαν στη μοιραία βάρκα, η οποία, υπερφορτωμένη, δεν άντεξε και βούλιαξε. Μόνο ο ιδιοκτήτης της βάρκας και μια γυναίκα ήξεραν κολύμπι. Αυτοί κατάφεραν να σώσουν μόνο ένα 11χρονο κοριτσάκι…

Είναι μια τραγωδία που τη θυμούνται ακόμα και σήμερα πολλοί κάτοικοι της περιοχής.
Η εφημερίδα «Ελευθερία» της 12ης Σεπτεμβρίου, περιγράφει το τραγικό συμβάν.

«Το σήμα του λιμεναρχείου Ραφήνας προς το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας αναφέρει ότι ανετράπη λέμβος, προφανώς λόγω υπερφόρτωσης και πνίγηκαν έξι άτομα. Διασώθηκαν ο λεμβούχος, μία 27χρονη και ένα κοριτσάκι 11 ετών.
Τα γεγονότα, όπως τα αφηγήθηκαν αυτόπτες μάρτυρες και όργανα του Λιμενικού Σώματος συνέβησαν ως εξής: 
Πούλμαν με 20 επιβάτες έφτασε στις 8:30 το πρωί στη Λούτσα. Οι επιβάτες ήταν κάτοικοι Νέας Ερυθραίας, μέλη χριστιανικού σωματείου, οι οποίοι είχαν κάνει τάμα να λειτουργήσουν το ξωκλήσι του Αγίου Νικολάου στα Κοκκινονήσια. Η νησίδα απέχει από την ακτή της Λούτσας περίπου ένα χιλιόμετρο. Η θάλασσα ήταν ακύμαντη. Ο βαρκάρης μόλις είχε επιστρέψει από το ψάρεμα. Στην πλώρη της βάρκας ήταν στοιβαγμένα τα δίχτυα. Το βάρος τους είναι σημαντικό σε σχέση με το μέγεθος της λέμβου.
Συμφώνησαν να τους μεταφέρει στον Άγιο Νικόλαο με τη λέμβο «Αγία Αναστασία» μήκους 3,70 μέτρων. Επιβιβάστηκαν οκτώ άτομα, παρά τις διαμαρτυρίες του λεμβούχου ότι είναι επικίνδυνο. Ο ιερέας, θέλοντας να τον καθησυχάσει, του είπε «πάμε για λειτουργία και έχουμε τη βοήθεια του Χριστού, μη φοβάσαι». Τελικώς, επειδή αρνούνταν να αποβιβαστούν, ξεκίνησαν στις 9:00, γνωρίζοντες ότι η βάρκα είχε το διπλάσιο φορτίο από αυτό που ήταν δυνατόν να μεταφέρει. Μόλις πενήντα μέτρα από την ακτή του Αγίου Νικολάου τους έπιασε μπουκαδούρα.  Ο λεμβούχος επιχείρησε να ορθοπλωρήσει. Τα νερά έβρεξαν δύο από τις γυναίκες, που βρίσκονταν στην πλώρη και άρχισαν να μπαίνουν στη βάρκα. Δημιουργήθηκε πανικός και, λόγω του φορτίου, η βάρκα βυθίστηκε με την πλώρη. Εκτός από μία γυναίκα και τον λεμβούχο, κανένας άλλος δεν γνώριζε κολύμπι. Ο ιδιοκτήτης της βάρκας την ισορρόπησε και κατόρθωσε να τους ανασύρει, συνιστώντας τους να κρατηθούν από την κουπαστή. Δύο γυναίκες, άγνωστο ποιες, επιχείρησαν να επιβιβαστούν στη λέμβο και την ανέτρεψαν. Η προσπάθεια που κατέβαλε εκ νέου ο ιδιοκτήτης ήταν μάταια. Κατόρθωσε μόνο να ανασύρει μία 11χρονη και να τη στηρίξει στη βάρκα. Όταν, αργότερα, ανασύρθηκε το πτώμα της, τα ρούχα της ήταν σκισμένα και οι ώμοι της ματωμένοι. Προφανώς, οι επιβάτες, στην απεγνωσμένη προσπάθειά τους για να σωθούν, γαντζώθηκαν στην 11χρονη και την παρέσυραν και αυτήν στον υγρό τάφο τους.
Ο ιερέας βρέθηκε κρατώντας σφιχτά στην αγκαλιά του τη σύζυγό του. Όπως είπε αργότερα στον υπολιμενάρχη Ραφήνας ο γιος του, ο ιερέας πριν από λίγες μέρες τους έλεγε: «η παπαδιά και εγώ θα πεθάνουμε χέρι, χέρι…».
Από την ακτή της Λούτσας αντελήφθησαν το γεγονός και έστειλαν μία βενζινάκατο να τους σώσει. Ταυτοχρόνως, ειδοποίησαν το Λιμεναρχείο Ραφήνας το οποίο έστειλε την άκατο της ακτοφυλακής. Κατόρθωσαν να διασώσουν μία 11χρονη, η οποία βρισκόταν στους ώμους μιας 27χρονης και των λεμβούχο.
Όταν μετέφερε τους διασωθέντες και τους πνιγμένους στην ακτή, ακολούθησαν σκηνές οδύνης και σπαραγμού. Διασωθέντες και πτώματα τους επιβίβασαν στο πούλμαν και τους μετέφεραν στη Ραφήνα.
Οι πνιγμένοι μεταφέρθηκαν στο νεκροτομείο Αθηνών.
Τα μικροαντικείμενα τα οποία υπήρχαν εις τα θυλάκιά των ήταν μηδαμινά, πλην του ιερέως, στα θυλάκια του οποίου ευρέθησαν, περίπου, 25.000 δραχμές σε χαρτονομίσματα και κέρματα, δολάρια και χρυσές λίρες».



Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια